Η αυτόνομη οδήγηση αποτελεί ένας τομέας, ο οποίος απαιτεί σημαντικούς πόρους σε επίπεδο έρευνας και εξέλιξης, αλλά και υποδομών. Η συμμετοχή του κέντρου έρευνας και εξέλιξης του Ομίλου Stellantis στο πρόγραμμα “C-Roads Italy”, αποτελεί ακόμα μια προσπάθεια της συντονισμένης προσπάθειας της αυτοκινητοβιομηχανίας, αλλά και των υπεύθυνων για τα οδικά δίκτυα να αναπτύξουν λύσεις που θα συμβάλλουν στην ασφαλή μετάβαση στο επίπεδο αυτόνομης οδήγησης 3. Στόχος είναι η ανάπτυξη και εφαρμογή συστημάτων που θα επιτρέπουν την επικοινωνία μεταξύ των οχημάτων και του δικτύου «Έξυπνων Δρόμων» στην Ευρώπη. Αυτά τα συστήματα είναι γνωστά ως V2X (Vehicle-to-Everything) και ανήκουν στο ευρύτερο σύνολο των Συνεργαζόμενων Έξυπνων Συστημάτων Μεταφοράς (Cooperative Intelligent Transport Systems “C-ITS”).
Η πρωτοβουλία C-Roads Italy εξασφαλίζει τη συνεργασία μεταξύ των Κρατών Μελών και των διαχειριστών των οδικών δικτύων, έτσι ώστε να βελτιωθεί η αποδοτικότητα, η ασφάλεια και η φιλικότητα των μεταφορών, μέσω της αξιοποίησης, τόσο των υποδομών, όσο και προηγμένων συστημάτων διαχείρισης κυκλοφορίας. Ο κ. Filippo Visintainer, επικεφαλής του προγράμματος από την πλευρά του CRF της Stellantis ανέλυσε τον τρόπο με τον οποίο τα “C-ITS” θα συμβάλλουν στην μελλοντικές εξελίξεις που αφορούν στα συστήματα υποβοήθησης της οδήγησης και την αυτόνομη οδήγηση. Η παρουσίαση του κ. Visintainer εστίασε στα αποτελέσματα δοκιμών που πραγματοποιήθηκαν με συνδεδεμένα πρωτότυπα οχήματα τα οποία εξελίχθηκαν με βάση το Fiat 500X και τη Maserati Ghibli. Ο αυτοκινητόδρομος Α22 κοντά στο Βενετία αποτελεί το βασικό πεδίο δοκιμών, ενώ και τα τμήματα Α4 και Α28 αξιοποιήθηκαν ώστε να εξεταστεί και η λειτουργία των συστημάτων κατά τη μετάβαση από το ένα κράτος (Ιταλία) στο άλλο (Αυστρία). Η λειτουργία Highway Chauffer (Level 3 – SAE) επιτρέπει στο όχημα να προσαρμόζει αυτόματα την ταχύτητα του, να διατηρεί την πορεία του και να αλλάζει λωρίδες ανάλογα με τις συνθήκες.
Το κύριο έργο στο οποίο εστιάζει το CRF της Stellantis είναι να δοκιμάσει και να πιστοποιήσει τη συνεργασία των συστημάτων V2V (Vehicle-to-Vehicle) και V2I (Vehicle-to-Infrastructure), έτσι ώστε αυτά να έχουν ένα θετικό αντίκτυπο για την ασφάλεια και την άνεση των ανθρώπων, αλλά και το φυσικό περιβάλλον. Μέσω των συστημάτων V2I, δηλαδή ουσιαστικά τις εφαρμογές που επιτρέπουν την επικοινωνία του οχήματος με τις υποδομές του οδικού δικτύου, τα συστήματα αυτόνομης οδήγησης επιπέδου 3 μπορούν να συνδυάσουν μια σειρά πληροφοριών ώστε να βελτιώσουν τη λειτουργία τους. Αυτή η ανταλλαγή πληροφορίων μπορεί να συνεχιστεί ακόμα και όταν ο οδηγός έχει τον έλεγχο του οχήματος, δίνοντας έγκαιρα προειδοποιήσεις για πιθανούς κινδύνους. Τα στοιχεία που συνέλεξε το CRF επέτρεψαν τη βελτίωση των αλγορίθμων μέσω των οποίων λειτουργούν τα συστήματα αυτόνομης οδήγησης, έτσι ώστε να είναι πιο αξιόπιστα και να παρέχουν πιο ομαλή λειτουργία. Η τεχνολογία V2X που εφαρμόστηκε στα πρωτότυπα οχήματα δοκιμών, επιπλέον της διαχείρισης της πορείας και της ταχύτητας του οχήματος έδιναν πληροφορίες όσον αφορά στην κατάσταση του δρόμου και στην κίνηση, ή ακόμα και ενημέρωση σε περίπτωση που κάποιο όχημα ήταν ακινητοποιημένο λόγω βλάβης.
Οι πραγματικές συνθήκες δοκιμών ενισχύθηκαν με επιπλέον σενάρια που δημιουργήθηκαν για να φέρουν στα όρια τους τα συστήματα. Το Fiat 500Χ στην έκδοση παραγωγής χάρη στα προηγμένα συστήματα υποβοήθησης της οδήγησης (ADAS) που διαθέτει, ήδη δίνει τη δυνατότητα αυτόνομης οδήγησης επιπέδου 2, με λειτουργίες όπως το ενεργό σύστημα διατήρησης της πορείας, το αυτόματα προσαρμοζόμενο σύστημα cruise control, αλλά και το σύστημα αναγνώρισης σημάτων κυκλοφορίας. Με βάση τα παραπάνω, ήταν η ιδανική βάση ώστε να δοκιμαστούν τα επιπλέον συστήματα V2V και V2I, σε ένα μοντέλο που ανήκει σε μια από τις πλέον δημοφιλείς κατηγορίες στην Ευρωπαϊκή αγορά αυτοκινήτου.