Γιατί το κάνουμε αυτό στον εαυτό μας; Γιατί αγαπάμε ένα αντικείμενο, το οποίο μας στοιχίζει λεφτά από τη στιγμή που θα το αποκτήσουμε, από τη στιγμή που θα ξεκινήσουμε να το χρησιμοποιούμε, να το κοιτάμε, να το βελτιώνουμε. Γιατί ξοδεύουμε σε αυτό χρήματα, τα οποία θα μπορούσαμε ενδεχομένως να ξοδέψουμε σε κάτι καλύτερο, πιο ουσιαστικό, ίσως πιο σημαντικό.
Κάπου εδώ, κατανοώ γιατί οι υπόλοιποι άνθρωποι γελάνε μαζί μας, μας κοροϊδεύουν, μας ειρωνεύονται. Δες τους ανόητους, με την εξάτμιση τους που κάνει θόρυβο, το ανόητα χαμηλωμένο αυτοκίνητο, το κραυγαλέο αυτοκίνητο. Αλλά, έτσι είμαστε.
Για πολλούς, είναι απλά ένα μέσο μετακίνησης, για να ταξιδεύεις από εδώ εκεί και από εκεί παραπέρα. Εμείς ωστόσο, έχουμε απλά ξεχάσει την λογική του ύπαρξη, της απλής μετακίνησης. Η μετακίνηση είναι απλά κάτι το οποίο τυγχάνει να κάνουν παράλληλα. Για εμάς, αποτελεί κομμάτι του εαυτού μας.
Εκφράζει ενδεχομένως, μία μεριά του εαυτού μας, που ίσως δε θα μπορέσουμε ποτέ να επιτύχουμε εμείς οι ίδιοι. Το πως μοιάζει, το πόσο δυνατό και γρήγορο είναι, το πόσο εντυπωσιακό είναι ή πόσο ογκώδες και μεγάλο είναι. Και αυτό ακριβώς είναι το πάτημα των άλλων, να μας κοροϊδέψουν και να γελάσουν μαζί μας. Μια προέκταση του εαυτού μας, μια ουρά.
Αλλά, δεν μας αγγίζει καν νομίζω. Το ακούμε, το αντιλαμβανόμαστε, αλλά το αγνοούμε ταυτόχρονα. Γιατί η ικανοποίηση που μας δίνει το αυτοκίνητο, είναι πολύ μεγαλύτερη από όλο αυτό. Είναι η προσπάθεια πίσω από αυτό. Το πως ασχολούμαστε για να το βελτιώσουμε, να το διορθώσουμε, να το κάνουμε λίγο καλύτερο. Είναι ακριβώς το σημείο που ο μη φίλος του αυτοκινήτου, τα παρατάει. Αλλά εμείς δε το παρατάμε, το προσπαθούμε. Είναι ακριβώς αυτό που οι άλλοι δε μπορούν να αντιληφθούν.
Γιατί αν δε το αισθάνεσαι, αν δε πηγάζει από μέσα σου, είναι απλά αδύνατο να το νιώσεις, να σε διακατέχει, να σου προσφέρει ευχαρίστηση. Ίσως είναι και ότι απολαμβάνεις την οδήγηση, το tuning, το αυτοκίνητο αυτό καθ’ αυτό. Το χειρίζεσαι καλύτερα, το κάνεις πιο γρήγορο, το οδηγείς πιο γρήγορα. Ο κόπος, τα χρήματα, η προσπάθεια πίσω από το κάθε τι, είναι κάτι το οποίο κάθε φορά που θα το οδηγήσεις, θα σε ανταμείψει. Ξανά και ξανά και ξανά.
Από την άλλη, μας αφήνει να παιδιαρίσουμε και λίγο. Κάνουμε μπαντιλίκια (ποτέ στο δρόμο, προφανώς), κάνουμε θόρυβο, κάνουμε κάτι το οποίο μας κάνει να γελάμε, κάτι που μας χαροποιεί, κάτι το οποίο μας γεμίζει ευχαρίστηση. Κάποιοι, αυτό αδυνατούν να το καταλάβουν και δε πειράζει κιόλας που δε μπορούν να το καταλάβουν, το κάνουμε για εμάς, όχι για τους άλλους. Και αν το έχεις μέσα σου, δεν υπάρχει λόγος να το καταπιέζεις, άσε το να εκφραστεί, άσε το να βγει από μέσα σου.
Μετά είναι και οι διάφορες εκδοχές του ιδανικού αυτοκινήτου. Δεν έχει σημασία αν έχεις 80, 800 ή 1800 άλογα. Το πως σε κάνει ένα αυτοκίνητο να νιώθεις, δε σχετίζεται με αριθμούς και χαρτιά. Ο τρόπος που θα στρίψεις με ένα MX5 ή που θα απολαύσεις το ατελείωτο στροφάρισμα του Wankel ή του VTEC, ο εκκωφαντικός ήχος που θα κάνει ένας V12 ή το κόλλημα στο κάθισμα που θα κάνει ένα αυτοκίνητο με τρελή ιπποδύναμη, είναι όλα το ένα και το ίδιο, σχεδόν. Κάθε ένα, έχει τη δική του χάρη, δημιουργεί ένα δικό του, διαφορετικό και ταυτόχρονα μοναδικό συναίσθημα. Γιατί κάθε ένα, είναι το ιδανικό για εσένα.
Στη τελική, δεν έχει σημασία τι οδηγείς. Ο καθένας έχει το κάτι δικό του, ακριβώς όπως το θέλει για τον εαυτό του. Ίσως το αυτοκίνητο κατά αυτό το τρόπο μας επιτρέπει να είμαστε κάτι το οποίο στη πραγματική μας ζωή δε μπορούμε να είμαστε. Γιατί ίσως είμαστε λίγο κοντούληδες, λίγο πιο “ευρύχωροι” από ότι θα θέλαμε.
Και εδώ ακριβώς έρχεται το σημείο του πατήματος των μη αμαξόφιλων, το τέλειο πάτημα, ότι είναι η ουρά μας, μία προέκταση του εαυτού μας που δεν υπάρχει, μία ανασφάλεια. Βλακείες. Γιατί; Γιατί στη δική τους ζωή, όπου τα αυτοκίνητα απλά είναι ένα αντικείμενο, τους προκαλώ να μου βρούνε κάτι το οποίο θα σας δώσει την ίδια χαρά και ικανοποίηση. Δεν υπάρχει. Ειλικρινά, έχετε δει ποτέ κανέναν τόσο γεμάτο, χαρούμενο, ενθουσιασμένο όσο έναν αμαξόφιλο που πήρε το νέο του αμάξι, που το έβγαλε βόλτα μετά από ώρες και ώρες δουλειάς; Κανένας και τίποτα.
Γιατί όλα γίνονται για εκείνη τη στιγμή, που μπαίνεις στο αυτοκίνητο σου μετά από καιρό ή αφότου έχεις δουλέψει πάνω του. Κάθεσαι, ταιριάζεις τη θέση σου, πιάνεις το κλειδί, το βάζεις στη μίζα, γυρνάς 1-2, κάνεις μία μικρή παύση, και το μοτέρ παίρνει μπροστά…
Υ.Γ. Η GT3 RS μπήκε αφενός γιατί είναι πανέμορφη και αφετέρου, γιατί για εμένα, εκφράζει την απόλυτη οδηγική εμπειρία και ισορροπία, μεταξύ χρηστικότητας, δύναμης και αεροδυναμικής