Νέος συναγερμός από τη Volkswagen για τις συνέπειες της τρέχουσας ενεργειακής κρίσης που επηρεάζει την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία.
Τον Σεπτέμβριο, ο διευθυντής αγορών, Geng Wu, εξέφρασε πολλές αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα των βιομηχανικών δραστηριοτήτων στη Γερμανία λόγω προβλημάτων με την παροχή φυσικού αερίου. Τώρα οι ανησυχίες εκφράστηκαν από τον εκτελεστικό διευθυντή της γερμανικής εταιρείας, Thomas Schäfer, ο οποίος αναφέρθηκε στις δυσκολίες υλοποίησης ορισμένων έργων, όπως τα Gigafactories που τόσο επιθυμεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Εκτός βέβαια και αν υπάρξει ταχεία και αξιόπιστη μείωση των τιμών της ενέργειας στη Γερμανία και στην υπόλοιπη ήπειρο.
Βαθιές ανησυχίες
Ο Γερμανός μάνατζερ, μέσω ανάρτησής του στο LinkedIn, θέλησε να εκφράσει τη «βαθιά του ανησυχία» λίγες μέρες πριν από τη συνάντηση των υπουργών Οικονομίας της Γαλλίας και της Γερμανίας (Bruno Le Maire και Robert Habeck), η οποία ενισχύει την γαλλογερμανική συμμαχία για το βιομηχανικό μέτωπο. «Ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση», αλλά «το κοινό έγγραφο δεν εξετάζει κρίσιμα ζητήματα και τις αναμενόμενες προτεραιότητες», υπογραμμίζει ο Schäfer, ο οποίος στη συνέχεια πραγματεύεται ένα γεωπολιτικό και μακροοικονομικό ζήτημα: «Στη διεθνή σκηνή, η Γερμανία και η Ευρώπη χάνουν γρήγορα την ελκυστικότητα και την ανταγωνιστικότητά τους. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς, η Κίνα, η Νοτιοανατολική Ασία και περιοχές όπως η Βόρεια Αφρική προχωρούν. Ανησυχώ πολύ για την τρέχουσα εξέλιξη των επενδύσεων στον μετασχηματισμό του κλάδου. Σε αυτό πρέπει επειγόντως να δοθεί προτεραιότητα, μη γραφειοκρατικά, με συνέπεια και ταχύτητα».
Ευρωπαϊκές αδυναμίες
«Η Ευρώπη – συνεχίζει ο επικεφαλής της μάρκας Volkswagen – στερείται ανταγωνιστικότητας τιμών σε πολλούς τομείς. Ειδικότερα, όσον αφορά το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου, χάνουμε όλο και περισσότερο έδαφος. Εάν δεν καταφέρουμε να μειώσουμε τις τιμές της ενέργειας στη Γερμανία και την Ευρώπη γρήγορα και αξιόπιστα, οι επενδύσεις σε ενεργοβόρα παραγωγή ή νέα εργοστάσια κυψελών μπαταριών στη Γερμανία και την ΕΕ θα είναι πρακτικά μη βιώσιμες. Η συνέπεια; Η δημιουργία αξίας εδώ θα εμφανιστεί αλλού».
Το παράδειγμα της Ουάσιγκτον
Τούτου λεχθέντος, ο Schäfer συμφωνεί σε ένα ζήτημα που έχει ήδη τεθεί πρόσφατα από τον διευθύνοντα σύμβουλο της Stellantis, Carlos Tavares, ή από τον Γάλλο πρόεδρο Emmanuel Macron, δηλαδή την ανάγκη ανάληψης πρωτοβουλιών για τη στήριξη της αυτοκινητοβιομηχανίας, ακολουθώντας το παράδειγμα αυτού που αποφασίστηκε στο εξωτερικό από την κυβέρνηση Μπάιντεν. Για το γερμανικό στέλεχος, μάλιστα, «είναι ανησυχητικό το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση με το ρυθμιστικό της πλαίσιο δεν είναι καλά τοποθετημένη για τον μετασχηματισμό του τομέα που βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη. Με τον νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού, οι ΗΠΑ προσφέρουν στις εταιρείες πολύ ελκυστικά κίνητρα για νέες επενδύσεις. Η ΕΕ, από την πλευρά της, συμμορφώνεται με απαρχαιωμένους και γραφειοκρατικούς κανόνες για τις κρατικές ενισχύσεις» που δεν διευκολύνουν τη διαφύλαξη και τη μετατροπή ολόκληρων βιομηχανικών χώρων. Επιπλέον, “νέα στρατηγικά μέσα όπως το IPCEI (Σημαντικά Έργα Κοινού Ευρωπαϊκού Ενδιαφέροντος, κλπ.) τείνουν να επικεντρώνονται στη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη νέων τεχνολογιών” αντί στην επιτάχυνση ή την ανάπτυξη των παραγωγικών δραστηριοτήτων βραχυπρόθεσμα. Επομένως, για τον Schäfer δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται επειγόντως νέα εργαλεία που να αποφεύγουν την ύπουλη αποβιομηχάνιση και να διατηρούν την ελκυστικότητα για τις μελλοντικές τεχνολογίες και θέσεις εργασίας. Θα είμαστε επιτυχείς σε αυτήν την περιοδεία της δύναμης; Πρέπει να πετύχουμε, γιατί, τελικά, όλοι θέλουμε η Ευρώπη να παραμείνει μια βιομηχανική και τεχνολογική δύναμη. Θα κάνουμε τη συμβολή μας».