Για τη Lancia, η Aprilia, σηματοδοτεί την ολοκλήρωση μια εποχής και ταυτόχρονα την αφετηρία μιας νέας. Σε τεχνολογικό επίπεδο αποτελεί ένα από τα πλέον προηγμένα και ταυτόχρονα ραφιναρισμένα σε κάθε επίπεδο αυτοκίνητα όλων των εποχών. Με αυτοφερόμενο αμάξωμα, έναν συμπαγή κινητήρα διάταξης V, ανεξάρτητη ανάρτηση σε όλους τους τροχούς και εξαιρετική αεροδυναμική απόδοση, ακόμα και η μικρότερη λεπτομέρεια για την Aprilia ήταν πολύ σημαντική. Αναμφίβολα αποτελεί ένα από τα εξαιρετικότερα δείγματα σύνθεσης στιλ, τεχνολογικής καινοτομίας, αλλά πολυτέλειας στην ιστορία του αυτοκινήτου.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, η εφεύρεση των τούνελ αεροδυναμικής έρευνας, επέτρεψε στους σχεδιαστές αυτοκινήτων για πρώτη φορά να αναζητήσουν νέα επίπεδα απόδοσης από τα οχήματα. Στις Η.Π.Α. το “streamline design” εξελισσόταν με ραγδαίους ρυθμούς, αρχικά στα αεροπλάνα, στη συνέχεια στα τρένα και τέλος στα αυτοκίνητα, με τις νέες δημιουργίες να επιτυγχάνουν μεγαλύτερες ταχύτητες, αλλά κυρίως να κάνουν μια πολύ έντονη δήλωση με τη σχεδίαση τους.
Στην Ιταλία το νέο κίνημα έφτασε τη δεκαετία του 1930 αποτελώντας ένα σύμβολο μοντερνισμού. Η Aprilia αποτελούσε ένα δείγμα αυτής της φιλοσοφίας, αλλά σε αντίθεση με το Αμερικανικό στιλ, ακολουθούσε μια πιο λιτή και εστιασμένη στο σκοπό προσέγγιση. Ο Vincenzo Lancia για το νέο του –και όπως αποδείχθηκε τελευταίο του- δημιούργημα εμπιστεύθηκε τον σχεδιαστή Battista Falchetto, του οποίου είχε λάμψει το ταλέντο κατά τη σχεδίαση της εκθαμβωτικής Lambda. Για την Aprilia επιλέχθηκε μια αισθητικά λιτή προσέγγιση, με καθαρές γραμμές και εστίαση στη βελτίωση της αεροδυναμικής. Η μάσκα και το παρμπρίζ είχαν ελαφριά κλίση, ενώ στο σχήμα «αυγού» -το οποίο εκείνη την εποχή θεωρούνταν η πλέον αποτελεσματική επιλογή από αεροδυναμική άποψη- έδιναν ένα ξεχωριστό χαρακτήρα στο μοντέλο. Το αεροδυναμικό κάλυμμα του κινητήρα ήταν αποτέλεσμα της εφαρμογής ενός καινοτόμου και εξαιρετικά συμπαγούς τετρακύλινδρου κινητήρα διάταξης V, προπομπού του πρώτου V6 μαζικής παραγωγής που θα παρουσίαζε η μάρκα λίγα χρόνια αργότερα με την Aurelia. Ο κινητήρας ήταν κατασκευασμένος από ελαφρύ κράμα μετάλλου, ενώ χάρη στη μικρή περιεχόμενη γωνία κινούσε τις βαλβίδες μέσω ενός μόνο κεντρικού εκκεντροφόρου επικεφαλής. Με χωρητικότητα μόλις 1.352κ.εκ. απέδιδε 48 ίππους, ενώ χάρη στο χαμηλό βάρος της Aprilia που δεν ξεπερνούσε τα 850 κιλά και τον κορυφαίο για την εποχή συντελεστή αεροδυναμικής απόδοσης (0,47), επιτάχυνε την Aprilia μέχρι τα 125χλμ./ώρα.
Παράλληλα, η Aprilia αποτελούσε ένα αυθεντικό δείγμα αριστοκρατικής έκφρασης του Πιεμόντε, όπου όλα τα στοιχεία απέπνεαν ποιότητα και στιλ. Το πιο διάσημο χαρακτηριστικό του μοντέλου αναμφίβολα ήταν οι τέσσερις πόρτες με την απουσία μεσαίας κολώνας, ενώ και οι σύνδεσμοι των θυρών με το αμάξωμα ήταν κρυμμένοι για λόγους αισθητικής, αλλά και αεροδυναμικής απόδοσης. Στο εσωτερικό τα εντυπωσιακά όργανα με τα γεωμετρικά μοτίβα ταίριαζαν απόλυτα με το τετράγωνο ρολόι, αλλά και τις πολυτελείς επενδύσεις που κάλυπταν εκτός των άλλων την οροφή και τις πόρτες.
Παρά τον πολυτελή της χαρακτήρα, η Aprilia ξεχώριζε για το χαμηλό της βάρος, κυρίως λόγω του αυτοφερόμενου αμαξώματος, το οποίο είχε παρουσιάσει για πρώτη φορά η Lancia με τη Lambda τη δεκαετία του 1920 εφαρμόζοντας μια καινοτομία που προσέφερε σημαντικά οφέλη σε επίπεδο ακαμψίας, βάρους και όγκου και σήμερα αποτελεί την πάγια αρχιτεκτονική που ακολουθούν τα σύγχρονα επιβατικά αυτοκίνητα. Αντίστοιχα καινοτόμα ήταν και η ανάρτηση της Aprilia, η οποία ήταν ανεξάρτητη και στους τέσσερις τροχούς και χάρη στις ρυθμίσεις της προσέφερε καλύτερη πρόσφυση και άνεση από οποιοδήποτε ανταγωνιστικό μοντέλο.
Συνολικά, η Lancia Aprilia, χρησιμοποιούσε καινοτόμες, αλλά και εξελιγμένες στην εντέλεια τεχνικές λύσεις, όπως ακριβώς πάντα ήθελε ο ιδρυτής της μάρκας, Vincenzo Lancia, ο οποίος επέβλεψε τα πάντα κατά τη διάρκεια της σχεδίασης, της εξέλιξης, αλλά και της οργάνωσης για την παραγωγή της. Αποτελούσε την απόλυτη έκφραση της φιλοσοφίας του, αλλά και την παρακαταθήκη του για το μέλλον της μάρκας, αφού έφυγε από τη ζωή από καρδιακή προσβολή στις 15 Φεβρουαρίου του 1937, λίγους μήνες πριν την αποκάλυψη της Aprilia, στο Σαλόνι Αυτοκινήτου στο Παρίσι τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς. Ήταν μόλις 55 χρονών, αλλά η τελευταία του δημιουργία θα εξελισσόταν σε τεράστια εμπορική επιτυχία, θα συνέχιζε την πορεία της και μετά το 2ο Π.Π. και θα συνέβαλε τα μέγιστα ώστε το όνομα του Lancia να αποτελεί μέχρι και σήμερα πασίγνωστο σε όλο τον κόσμο.
Αρχικά η παραγωγή τις Lancia Aprilia από το 1937 έως και το 1939 έφτασε τις 10.354 μονάδες, ενώ επιπλέον 4.350 πλαίσια κατασκευάστηκαν, τα οποία «ντύθηκαν» χάρη σε Ιταλούς καροσερίστες που σχεδίασαν κλειστές και ανοικτές εκδόσεις του μοντέλου. Μία από τις πιο διάσημες παραλλαγές είναι εκείνη του Pinin Farina, με ένα εντυπωσιακό κουπέ 2+2 θέσεων.
Το 1939, παρουσιάστηκε η δεύτερη σειρά του μοντέλου, με αυξημένη χωρητικότητα στα 1.486κ.εκ., μεγαλύτερη ροπή και τελική ταχύτητα αυξημένη κατά 1χλμ./ώρα. Την περίοδο 1939 – 1949 κατασκευάστηκαν 11.082 Aprilia, ενώ χάρη στα καινοτόμα του χαρακτηριστικά, το μοντέλο συνέχισε την παραγωγή του για περισσότερα από δέκα χρόνια από την παρουσίαση του.
Ακόμα και σήμερα, σχεδόν 85 χρόνια από την παρουσίαση της, η Aprilia θεωρείται ως ένας διαχρονικός πρωτοπόρος της αυτοκίνησης, που σύνδεσε τα καλύτερα στοιχεία από την καινοτόμα φιλοσοφία του Lancia και έθεσε τις βάσεις για τη σύγχρονη αυτοκίνηση. Ακόμα και ο συνήθως πολύ αυστηρός με τις δημιουργίες του Vincenzo Lancia, μετά την πρώτη δοκιμή του αυτοκινήτου χωρίς δεύτερη σκέψη φώναξε με ενθουσιασμό στους συνεργάτες του «Τι εκπληκτικό αυτοκίνητο!», αναγνωρίζοντας άμεσα την αξία της Aprilia, παρά το γεγονός ότι δεν πρόλαβε να δει την καταξίωση της.